μηνιαίας

μηνιαίας
μηνιαί̱ᾱς , μηνιαῖος
monthly
fem acc pl
μηνιαί̱ᾱς , μηνιαῖος
monthly
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Hipparque (astronome) — Pour les articles homonymes, voir Hipparque. Hipparque Naissance 190 Nicée …   Wikipédia en Français

  • Hipparque de Nicée — Hipparque (astronome) Pour les articles homonymes, voir Hipparque. Hipparque Naissance …   Wikipédia en Français

  • εκλογή — Τίτλος μηνιαίας έκδοσης μικρού σχήματος, με ποικίλη ύλη. Ιδρύθηκε το 1945 από τη Βρετανική Υπηρεσία Πληροφοριών με έδρα την Αθήνα. Το 1950 ανέλαβε τη συνέχιση της έκδοσης η ημερήσια εφημερίδα Καθημερινή. Το 1960 η Ε. έγινε δεκαπενθήμερη, αλλά… …   Dictionary of Greek

  • ραβδούχος — Για τους αρχαίους Έλληνες ρ. ήταν αυτός που κρατούσε τη ράβδο ως ένδειξη αξιώματος, δηλαδή ως κριτής ή ένας από τους πέντε, που επέβλεπαν την τήρηση της τάξης στο θέατρο καθώς και στους αγώνες. Οι «αλύται» της Ολυμπίας ονομάζονταν ρ. (Θουκ. 5,… …   Dictionary of Greek

  • Εικονογραφημένη — Τίτλος μηνιαίας αθηναϊκής φιλολογικής και πολιτικής επιθεώρησης. Ιδρύθηκε το 1904 από τον δημοσιογράφο Δ. Βρατσάνο. Το 1921 ανέστειλε την έκδοσή της και επανακυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1922 έως το 1924. Το 1936 επανεκδόθηκε για μικρό διάστημα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”